μικροχλωρίδα

μικροχλωρίδα
η
βιολ. το σύνολο τών μικροσκοπικών, μη χλωροφυλλούχων, κατά κανόνα, οργανισμών που ζουν σε σκοτεινά και υγρά περιβάλλοντα, όπως είναι το έδαφος, το έντερο τών ζώων κ.ά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια ως προς το α' συνθετικό λ. πρβλ. γαλλ. microflore (βλ. μικρ[ο]-)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • βρομελιίδες — (bromeliaceae). Οικογένεια μονοκοτυλήδονων φυτών, ιθαγενής σχεδόν αποκλειστικά της τροπικής και της υποτροπικής Αμερικής, που περιλαμβάνει φυτά του τύπου των ξηρόφυτων και επίφυτων. Είναι ποώδη ή σπανιότερα δενδρώδη φυτά με κοντό κορμό. Τα φύλλα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”